Η πραγματική διδασκαλία του υπνωτισμού όπως αυτή μετεξελίχθηκε έως τις μέρες μας, βασίστηκε στην θεωρία του «ζωϊκού μαγνητισμού» του ιατρού Μέσμερ (1733-1815).
Ο Μαρκήσιος Πουισεγκύρ (1784) μαθητής του Μέσμερ, διατύπωσε τον όρο«υπνοβασία».
Ο Σίγκμουντ Φρόυντ (1856-1939), διδάχθηκε τις υπνωτιστικές εφαρμογές στην κλινική των Λιεμπό και Μπέρνχαιμ. Παρατηρώντας τους ασθενείς να εισέρχονται σε κατάσταση ύπνωσης, άρχισε να αναγνωρίζει την ύπαρξη του υποσυνειδήτου. Δεν ήταν ο πρώτος που έκανε αυτή την παρατήρηση, ήταν όμως ο πρώτος που αναγνώρισε ότι το υποσυνείδητο είναι μια σημαντική πηγή της ψυχοποθολογίας. Εγκατέλειψε την ύπνωση γιατί σύμφωνα με τα λεγόμενά του θεωρούσε την ύπνωση «το ίδιο δύσκολη με τις άλλες ιατρικές μεθόδους» και τον εαυτό του ανεπαρκή ως προς την χρήση της. Η «ψυχανάλυση» προήλθε από τον «υπνωτισμό», περνώντας από τους ενδιάμεσους σταθμούς της «κάθαρσης» και της «υποβολής». Προκειμένου να ξεκλειδώνει τις απωθημένες αναμνήσεις, ο Φρόυντ επέλεξε τις τεχνικές του ελεύθερου συνειρμού και της ερμηνείας των ονείρων.
Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό η έρευνα των ψυχοβιολογικών βάσεων των διαφόρων φαινομένων της ύπνωσης, καθώς και των αλλαγών που συντελούνται μέσω των θεραπευτικών εφαρμογών της. Ο κυριότερος ερευνητής σ’ αυτό το τομέα είναι ο Ernest Rossi, μαθητής και ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Milton Erickson, με τον οποίο έγραψε αρκετά βιβλία και άλλες εργασίες. Ο Rossi έγινε γνωστός στις αρχές της δεκαετίας του 1980, με τις έρευνές του στον τρόπο με τον οποίο οι σκέψεις μας και τα συναισθήματά μας επιδρούν στην υγεία μας. Ο επιστημονικός αυτός κλάδος ονομάστηκε «Ψυχο-Νευρο-Ανοσολογία» και είναι ένα από τα πιο καυτά αντικείμενα έρευνας στην εποχή μας.